Ο σακχαρώδης διαβήτης, που συχνά αποκαλείται «διαβήτης», είναι μία χρόνια, μεταβολική νόσος, που σημαίνει ότι είναι μια μακροχρόνια νόσος που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο η τροφή αφομοιώνεται μέσα στο σώμα. Καθώς η τροφή διασπάται σε μικρότερα μόρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πηγή ενέργειας από τα κύτταρα του σώματος, οι υδατάνθρακες μετατρέπονται κυρίως σε γλυκόζη, η οποία απελευθερώνεται στην κυκλοφορία του αίματος.
Η ποσότητα γλυκόζης (ή σακχάρου) στο αίμα, που ονομάζεται γλυκαιμία, ρυθμίζεται από την ινσουλίνη, μια ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας, ένα όργανο που βρίσκεται στην κοιλιακή χώρα. Με απλά λόγια, η ινσουλίνη δρα σαν ένα κλειδί που βοηθάει το σάκχαρο του αίματος να εισέρχεται στα κύτταρα του σώματος, μειώνοντας έτσι τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Αυτή η δράση ονομάζεται υπογλυκαιμική.
Στην περίπτωση του διαβήτη, είτε η παραγωγή ινσουλίνης είναι ανεπαρκής, είτε το σώμα σας δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη που παράγει τόσο καλά όσο θα έπρεπε, ένα φαινόμενο που ονομάζεται αντίσταση στην ινσουλίνη. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει περίσσεια σακχάρου στην κυκλοφορία του αίματος που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη.¹